Και αφού φάγαμε (καλά, φάγαμε τον άμπακο), αφού ήπιαμε (τις κάλτσες μας ήπιαμε), αφού φορέσαμε την Άρτα και τα Γιάννενα, αφού πήγαμε και στα μπουζούκια λόγω εθίμου των ημερών, (μας έφαγε το κρύο έξω για το τσιγάρο, πνευμονία θα πάθουμε οι μισοί, χάσαμε και την άπλα της αίθουσας αφού όλοι ήταν έξω, χάσαμε και το πρόγραμμα τσάμπα γδύθηκε και χτυπήθηκε στην πίστα η αοιδός, μόνη της με τους μουσικούς νομίζω γιατί, είδα τον ντράμερ δίπλα μου να καπνίζει), αφού φωτογραφηθήκαμε, χαριεντιστήκαμε, ψιλοβριστήκαμε με τους συγγενείς μας που από πέρσι είχαμε να τους δούμε, αφού δώσαμε (βρίζοντας από μέσα μας για τα τζάμπα έξοδα) και τα δωράκια, αφού (βρίζοντας από μέσα τους, καλά, τόσο ηλίθιο δώρο ούτε πέρσι δεν πήρα), μας φιλήσανε (του Ιούδα) για τα ωραία δωράκια, κάναμε και το καθήκον μας και πήραμε πέντε – έξη τηλέφωνα όχι για να πλουτίσουμε τις τηλεφωνικές εταιρείες μα για να ενισχύσουμε κάποιους αναξιοπαθείς, στην τηλεόραση το είδαμε και περάσαμε άλλη μια χρονιά καλά.
Το ίδιο καλά πέρασαν και όσοι δεν βγήκαν έξω. Είδαν τα πλούσια προγράμματα της τηλεόρασης, τώρα αν χασμουριόταν ο Παπαδόπουλος που για μια φορά ακόμα χόρεψε το κλασσικό εορταστικό ζεϊμπέκικο, αν ο Κοκλώνης αγκαλιά με την Μαρίνα φαλτσάρανε πάνω στο τραγούδι της Βανδή, αν ο Μπέζος ξανά μανά προσπάθησε να φανεί αρεστός με τα τραγούδα του, το κοριτσάκι με τα σπίρτα άναψε το τελευταίο του σπίρτο και έφυγε πριν αρχίσει (μια και ενηλικιώθηκε πια) να βλαστημάει την ώρα και τη στιγμή που υπέγραψε να συμμετέχει σ’ αυτή την παρωδία εορτών.
Αφού λοιπόν όλοι περάσαμε καλά για να μην χαλάσουμε το έθιμο, άντε να μπούμε πάλι στην καθημερινότητα μας, να αρχίσουμε να κάνουμε τις ρυθμίσεις των ΔΕΚΟ, να στριμώξουμε λίγο τον Ιανουάριο με τα έξοδα και να προγραμματίσουμε το πώς θα (καλοπεράσουμε) το Πάσχα που οσονούπω έρχεται….
Και του χρόνου βρε!