Είναι αγαπημένοι ή μισητοί, νέοι ή ηλικιωμένοι, ευπρόσδεκτοι ή κάπως… κολλιτσίδες. Υπάρχει όμως κάτι που τους ενώνει: είναι γραφικοί και τους συναντάμε σχεδόν σε κάθε γάμο. Κι αν πείτε πως δεν έχετε συναντήσει ποτέ κανέναν, ή που είστε ένα από αυτούς, ή ψεύδεστε.
Η πεθερά που αντιπαθεί τη νύφη
Η ατραξιόν της βραδιάς είναι η μητέρα του γαμπρού. Την απολαμβάνουν όλοι, πλην της νύφης. Είναι η μόνη που φοράει μαύρα και σκουπίζει διακριτικά τα δάκρια που στάζουν μέσα από τα μαύρα της γυαλιά. Κι αν δεν έτυχε να την συναντήσετε ποτέ, φανταστείτε την Ντένη Μαρκορά στον γάμο του μοναχογιού της. Οι ατάκες βιτριόλι είναι το σήμα κατατεθέν της κι ο λόγος ύπαρξής της να πικάρει τη νύφη. «Από πού πήρες το νυφικό χρυσό μου; Τα πανέρια της Ερμού έχουν καλύτερα φουστάνια. Την επόμενη φορά που θα παντρευτείς, θα σε πάω να ψωνίσεις».
Η ξαδέρφη που ήρθε για να βρει γαμπρό
Την ξέρετε, κατά βάθος τη συμπαθείτε και την αναγνωρίζετε από μακριά. Είναι εκείνη που παρακολουθεί το μυστήριο σαν να ήταν η Άννα Καρένινα της Ντενίση, δακρύζει στο χορό του Ησαΐα και τρέχει πρόθυμα να μοιράσει μπομπονιέρες. Φτάνει στο γλέντι πρώτη, φροντίζει για τις θέσεις των καλεσμένων, σερβίρει με χάρη τους πάντες, χαμογελάει σεμνά και ταπεινά και με τον τρόπο της φωνάζει δυνατά: «είμαι κορίτσι για σπίτι, ενδιαφέρεται κανείειειεις;». Εντοπίζει τον εργένη της ημέρας για να σύρει μαζί του τον πρώτο τσάμικο, κρατώντας του τόσο σφιχτά το χέρι που ο ταλαίπωρος πονάει και ιδρώνει. Την ανύπαντρη ξαδέλφη του γαμπρού την αγαπάμε όλοι και λίγο τη ζηλεύουμε για το θάρρος και το τιρκουάζ καπέλο στο κεφάλι.
Η κοιλιόδουλη θεία
Είναι η μαμά της ανύπαντρης ξαδέλφης και ήρθε στον γάμο για έναν και μόνο λόγο: να φάει! Κατά τη διάρκεια του μυστηρίου τη βρίσκουμε στο προαύλιο να χτυπάει ρυθμικά το πόδι της από ανυπομονησία και να καπνίζει αρειμανίως. Μετά το πέρας του γάμου παίρνει τα κουφέτα της κι αποχωρεί για το κέντρο. Σιγά μην προσέξει κανείς ότι δεν ευχήθηκε στο ζευγάρι! Φτάνει στο γλέντι πρώτη μαζί με την κόρη της και απολαμβάνει τις περιποιήσεις της. Δεν μιλάει πολύ, δεν χορεύει καθόλου, αλλά ευχαριστιέται όσο κανείς τον εξαιρετικό μπουφέ. Δοκιμάζει τα πάντα μέχρι να μην υπάρχει τίποτε άλλο διαθέσιμο κι έπειτα λαγοκοιμάται καθιστή στην καρεκλίτσα της, περιμένοντας πότε θα βρει γαμπρό η κόρη της για να γυρίσουν σπίτι.
Ο γόης φίλος του εργένη κουμπάρου
Μην σας ξεγελάνε τα γαλάζια μάτια του και η πλούσια χαίτη. Με την ίδια ευκολία που λέει σε εσάς πως είστε η ομορφότερη γυναίκα της βραδιάς, πιάνει το μπούτι της κουμπάρας κάτω από το τραπέζι. Δεν θα τον δείτε στην εκκλησία διότι δεν θα έρθει. Θα εμφανιστεί κατευθείαν στο γλέντι σχεδόν ταυτόχρονα με το νιόπαντρο ζευγάρι για να κλέψει τις εντυπώσεις. Τριγυρνάει στα τραπέζια και φλερτάρει ακόμα και τις παντρεμένες. Στο τέλος του γάμου, συνοδεύει την ξαδέρφη και τον κοιλιόδουλο μπαμπά της σπίτι τους κι έπειτα συνεχίζει τη βραδιά του με την σέξι κουμπάρα.
Η γιαγιά της ξαδέλφης του μπατζανάκη της νύφης που σέρνει κάθε καλαματιανό
Ψοφάει για γλέντια και χορούς και θα την βρείτε σε όλους τους γάμους της παρέας! Ναι, ναι! Είναι εκείνη η κυρία με το σκούρο ταγιέρ και την τεράστια χρυσή καρφίτσα που της χάρισε η μαμά της όταν παντρεύτηκε. Στην εκκλησία προσεύχεται και κάνει τον σταυρό της ανά δυο λεπτά, σταυρώνει το ζευγάρι και πετάει το ρύζι που έφερε απ’ το σπίτι της για να στεριώσει ο γάμος. Στο γλέντι θα τη βρείτε να κάθεται στην μεγάλη ροτόντα με τους μακρινούς συγγενείς, όπου αναλύει τις τελευταίες εξετάσεις της για το ουρικό οξύ. Κι εκεί που απελπίζεσαι πως δεν θα σταματήσει να μιλάει, αρχίζουν τα καλαματιανά κι εξαφανίζεται! Σέρνει πρώτη τον χορό και κατεβαίνει από την πίστα όταν ξεκινούν εκείνα τα «μονδέρνα» που αντιπαθεί. «Τι σας έλεγα; Α, ναι… ο γιατρός μου έγραψε ένα κάρο φάρμακα για το ουρικό οξύ. Πού να τα θυμάμαι όλα αυτά, παιδάκι μου, γριά γυναίκα;».
Ο τύπος με την πρόποση
Είναι γλυκύτατος, μονίμως χαμογελαστός και ευσυγκίνητος. Το ανοιχτόχρωμο κοστούμι του είναι καλοραμμένο κι ακριβό και ψοφάει να βγάζει λόγους. Θα τον προσέξεις τη στιγμή που ο γαμπρός τείνει το κουτάλι με την τούρτα προς τη νύφη, όταν θα χτυπήσει το πιρούνι του στο κρυστάλλινο ποτήρι. Ισιώνει την μοναδική τούφα κεφαλιού του προς τα δεξιά, χαμηλώνει ταπεινά το κεφαλάκι και λέει με μελιστάλαχτη φωνή: «Παρακαλώ, θα ήθελε την προσοχή σας! Πριν γλυκάνεις την νυφούλα μας, θέλω να πω δυο λόγια…». Τα δύο λόγια γίνονται γρήγορα 102, 1002, 10002, κι ενώ η νύφη χάσκει με το στόμα ανοιχτό περιμένοντας το γλυκό, ο γαμπρός κοντεύει να τελειώσει τον επάνω όροφο της τριώροφης τούρτας. Ο λεγόμενος εμφανίζεται πάντα λίγο πριν τον χορό του ζευγαριού και εξαφανίζεται λίγο μετά. Σίγουρα έχει να βγάλει κι αλλού λόγο!
Ο ξεκάρφωτος φίλος της νύφης
Είναι μόνος. Απελπιστικά μόνος! Τόσο μόνος που τον λυπάσαι. Είναι ο παλιός συμμαθητής της νύφης που τον συνάντησε τυχαία στο μετρό και τον κάλεσε στο γάμο από ευγένεια. Κάθεται ήσυχος και συνεσταλμένος στην μεγάλη ροτόντα των μακρινών συγγενών, δίπλα στην γιαγιά της ξαδέλφης του μπατζανάκη της νύφης που σέρνει κάθε καλαματιανό. Ακούει υπομονετικά για το ουρικό οξύ της ηλικιωμένης γυναίκας και σπάνια αγγίζει το φαγητό του. Μόλις αρχίσουν τα καλαματιανά και αποδεσμευτεί, γυρνάει από τραπέζι σε τραπέζι σαν τον Πίτερ Σέλερς στο πάρτι προσπαθώντας να κάνει γνωριμίες. Είναι, όμως, ντροπαλός. Απελπιστικά ντροπαλός. Τόσο ντροπαλός που τελικά ανεβαίνει στην πίστα και χορεύει καλαματιανό με την νέα του φίλη.
Πηγή :mama365